Search
Close this search box.
Search
Close this search box.
Search
Close this search box.

Ήταν 1η Απριλίου της ΕΟΚΑ η Αρχή

Όταν πια είδαμε κι αποείδαμε με τα τηλεγραφήματα και τες πρεσβείες, κλείσαμε τη μικρή μας ζωή σ’ ένα φάκελο μικρό, που να χωράει στη φούχτα μιας μαθητριούλας, στον προβολέα ενός ποδηλάτου, στη ράχη ενός βιβλίου και γράψαμε με κόκκινο μελάνι τη διεύθυνση:
Αξιότιμον  Ελληνικόν  Κυπριακόν  λαόν,
Οδός Ελευθερίας ή θανάτου,
Χωριά και Πόλεις,Κύπρον.

Ο ένοπλος επικός αγώνας της ΕΟΚΑ,  για  την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού και  την Ένωση της Κύπρου  με την Ελλάδα, υπήρξε η ηρωικότερη, ενδοξότερη και ομορφότερη πράξη της τρισχιλιετούς Ιστορίας του νησιού μας. Ο Αγώνας εκείνος ήταν το αποτέλεσμα μιας μακρόχρονης κυοφορίας, που ξεκίνησε πριν από τρεισήμισι χιλιάδες χρόνια και συνεχίστηκε αδιάλειπτα για  πολλούς αιώνες,  μέχρι τα  ηρωικά χρόνια του ’55- ’59. Κι όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου,

Από το μαύρο σύγνεφο κι από τη μαύρη πίσσα,

Ο στύλος φανερώνεται, με κάτου μαζωμένα

Τα παλληκάρια τα καλά, μ’ απάνου τη σημαία,

Που μουρμουρίζει και μιλεί και το Σταυρόν απλώνει

Παντόγυρα στον όμορφο αέρα της αντρείας,

κι ο ουρανός καμάρωνε, κι η γη χειροκροτούσε.

Πόσες φορές ετούτα «τα παλληκάρια τα καλά» δεν είχαν τραγουδήσει με ιερή συγκίνηση και δάκρυα στα μάτια τους στίχους του Ιωάννη Περδίου;

«Η Κύπρος μας που στέναζε τόσους αιώνες σκλάβα

και μάτωναν τα χέρια της τόσα δεσμά βαριά

απ’ την ψυχή της έχυσε την όμορφή της λάβα

κι άνοιξε δρόμο φωτεινό να ιδεί τη λευτεριά…»

Πώς μπόρεσαν, όμως, αυτοί οι νιοι, να πάρουν την ανηφοριά και τα   μονοπάτια, που οδηγούσαν στο παλάτι της πανώριας λευτεριάς;  Πού έκρυβαν τόσην ψυχική δύναμη,  για ν’ ανυψωθούν στα ουράνια  μέσα από τις φλόγες του ολοκαυτώματος, της ηρωικής θυσίας ή της αγχόνης; Για να ζήσουν στα βουνά και τα λαγκάδια, σε ανήλια και παγωμένα κρησφύγετα και να υποστούν τόσες κακουχίες, « ών ουκ ήν άξιος ο κόσμος;».

Οι ψυχές τους σμιλεύτηκαν από καιρό με την ίδια σμίλη που πλάστηκαν οι ψυχές των Μαραθωνομάχων, των Σαλαμινομάχων, των τριακοσίων του Λεωνίδα, των  ηρώων του εικοσιένα και των νεοτέρων του Αλβανικού Έπους. Τον ενωτικό πόθο τον ζέσταναν στις καρδιές τους και τον μεταλαμπάδευσαν στους υπόλοιπους σκλάβους της ιδιαίτερής τους πατρίδας οι Κύπριοι εθελοντές,  που πολέμησαν κάτω από τα μπαϊράκια του Κολοκοτρώνη, του Καραϊσκάκη,   του Μακρυγιάννη και των άλλων οπλαρχηγών της Ελληνικής  Επανάστασης. Τον συνδαύλισαν με τη θυσία ή με τους αγώνες τους ο θυσιασθείς στο Μπιζάνι  ηρωικός δήμαρχος Λεμεσού Χριστόδουλος Σώζος και οι άλλοι Κύπριοι εθελοντές των Βαλκανικών Πολέμων.

Ο αγώνας της ΕΟΚΑ,  ήταν η  λάβα που ξεχύθηκε απ’ την ψυχή της Κύπρου μας κι απλώθηκε σε κάθε  της γωνιά, για να λιώσει τις αλυσίδες της σκλαβιάς, που της μάτωναν τα χέρια για πολλούς αιώνες.

Στη μεγάλη πλειοψηφίας τους, σχεδόν, οι αγωνιστές, και ιδιαίτερα οι αντάρτες και οι καταζητούμενοι, ήταν παιδιά απλοϊκών ανθρώπων, χωρίς  ανώτερες σπουδές ή κοσμική σοφία. Κάποιοι απ’ αυτούς,  μάλιστα,  δεν είχαν τελειώσει ούτε το δημοτικό, εξαιτίας της φτώχιας που μάστιζε τις οικογένειές τους. Διέθεταν όμως αγνή και άδολη ψυχή, που τη φλόγιζε η αγάπη προς το Θεό, την πατρίδα και την ελευθερία.  Τις αρετές αυτές τις ατσάλωσαν οι περισσότεροι στις τάξεις του Χριστιανικού Κινήματος, που προηγήθηκε του Αγώνα. Πίστευαν και ακολουθούσαν έναν κώδικα αξιών με συνειδητή προσήλωση προς αυτόν, με αποτέλεσμα να αψηφούν και τον ίδιο το θάνατο.

Με τη βοήθεια του Θεού, και υπό την καθοδήγηση του Γέρου της Κύπρου, του θρυλικού Διγενή, έδειξαν εις τους πανέλληνες, αλλά και σ’ όλο τον κόσμο, για άλλη μια φορά πως, «εάν οι δυνάστες μας δεν ήθελαν να αποδώσουν την λευτεριά μας, μπορούσαμε να την διεκδικήσουμε με τα ίδια μας τα χέρια και με το αίμα μας.

Η συμμετοχή του λαού μας σ’ αυτόν τον τιτάνιο αγώνα υπήρξε καθολική και συγκλονιστική. Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων της Κύπρου έστρεψε τα νώτα και έκλεισε τ’ αυτιά σε κάποιες παράφωνες κραυγές της ηγεσία της Αριστεράς, που τόλμησε εξαρχής να προπηλακίσει τον Αγώνα και τους αγωνιστές. Η Κύπρος ολόκληρη, από την Καρπασία ως τον Ακάμα και από την Κερύνεια ως τη Λεμεσό, πρόσφερε τα  παιδιά της ιερή θυσία στο βωμό της Λευτεριά. Προς κέντρα λακτίζουν όσοι, ακόμα και σήμερα, προσπαθούν να απαξιώσουν εκείνον τον υπέροχο Αγώνα. Όση σκόνη κι αν ξεσηκώσουν, προσπαθώντας  να σκοτεινιάσουν τον ήλιο της λευτεριάς, η 1Η Τ’ ΑΠΡΙΛΗ του 1955 θα λάμπει και θα φωτίζει όλες τις ψυχές που αναζητούν σε τούτο τον κόσμο υψηλά νοήματα ζωής.

ΖΗΤΩ Η 1Η ΑΠΡΙΛΙΟΥ ΤΟΥ 1955

ΖΗΤΩ Η ΕΟΚΑ

Like
Share
Tweet